Δευτέρα 5 Ιουνίου 2017

Το κοριτσάκι μεγάλωσε. Μεθαύριο δίνει εξετάσεις και το Σάββατο κλείνει τα 18. Πότε έγιναν όλα αυτά!

Χαρησ  Βλαβιανοσ

               Π ρ ω ι ν ό ς  έ ρ ω τ α ς  σ τ η ν  Α χ α ρ ν ώ ν

Το μικρό στρογγυλό της πρόσωπο
κολλημένο στο τζάμι του σχολικού.
Ξέρει ότι μας απομένουν
(το φανάρι είναι ακόμη κόκκινο)
λίγα πολύτιμα δευτερόλεπτα.

Χαμογελάει με νόημα.
Τα χείλη της χωρίζονται βιαστικά,
να προλάβουν να ελευθερώσουν το μυστικό
-αυτό που μόνο πατέρας και κόρη μπορούν να μοιραστούν-
προτού ο οδηγός,
ανυποψίαστος γι’ αυτά
τα καθημερινά ερωτικά ταχυδράματα,
κόψει απότομα
το αόρατο νήμα της συνενοχής.

Βλέπω το υψωμένο της χέρι να μικραίνει, να μικραίνει,
να χάνεται στο βάθος της λεωφόρου.
Είναι μόνη τώρα.
Είμαι μόνος τώρα,
με μια τσαλακωμένη ζωγραφιά στην τσέπη του παλτού.

«Είναι ο μπαμπάς μου»,
την ακούω να λέει με έπαρση στη διπλανή της
καθώς, με τα δάχτυλα
κρυμμένα κάτω από το μάλλινο κασκόλ,
μετράει τις ώρες που τη χωρίζουν
από το μεσημεριανό μας ραντεβού.

(Χάρης Βλαβιανός, Μετά το τέλος της ομορφιάς, Ποιήματα 1998-2002, Νεφέλη 2003, σσ. 81-82)


Κυριακή 4 Ιουνίου 2017



Αποτέλεσμα εικόνας για κερασια



Γιωργοσ  Σεφερησ

Η   Σ τ έ ρ ν α
[…]
Σαν άνοιξε το κύμα απ’ την αγκάλη
να ’τανε στην αγκάλη να τελειώσει
να ’τανε την αγάπη στ’ ακρογιάλι
πριν σπάσει τη γραμμή του να μας δώσει
το κύμα ως έμεινε στην άμμο αφρός.

Μια ζεστασιά απλωμένη σαν προβιά,
ήμερη σαν το κοιμισμένο αγρίμι
που ξέφυγε ήσυχο το καρδιοχτύπι
και χτύπησε στον ύπνο να ζητήσει
το περιβόλι όπου σταλάζει ασήμι.

Κι ένα κορμί κρυφό, βαθιά κραυγή
βγαλμένη από το σπήλαιο του θανάτου,
σαν το νερό ζωηρό μέσα στ’ αυλάκι
σαν το νερό που λάμπει στο χορτάρι
μονάχο και μιλεί στις μαύρες ρίζες ...

[…]
Μα η νύχτα δεν πιστεύει στην αυγή
κι η αγάπη ζει το θάνατο να υφαίνει
έτσι, σαν την ελεύθερη ψυχή,
μια στέρνα που διδάσκει τη σιγή
μέσα στην πολιτεία τη φλογισμένη.


                                (Γ. Σεφέρης, «Ποιήματα», εκδ. Ίκαρος, Αθήνα 1979, σσ. 37,39)







Αντριάνα